Η περιγραφή της περικοπής του Τυφλού, είναι ένα αριστοτεχνικό κείμενο για την ερμηνευτική σύλληψη του τί σημαίνει τυφλότητα και τί σημαίνει να περιπατεί κανείς μέσα στον κόσμο του φωτός. «Εγώ, που μιλάω αυτή την στιγμή μαζί σου», απάντησε ο Κύριος στον τυφλό, «είμαι ο Υιός του Θεού». Αποκαλύπτεται ο Χριστός όχι μόνο προσωπικά σε όσους έχουν τις υγιείς προϋποθέσεις, αλλά και στην Εκκλησία Του, δια των μυστηρίων και της αγιαστικής ζωής. Στο εξής, όλοι οι άνθρωποι κρίνονται αναφορικά με την στάση τους απέναντι στο πρόσωπο του Κυρίου. Ο ίδιος δεν κρίνει κανέναν, αλλά οι άνθρωποι είναι εκείνοι που κρίνονται, ανάλογα με την ζωή τους και την αγάπη, ή όχι, που δείχνουν όσο ζουν, αν κρατούν βέβαια ανοικτά τα ψυχικά τους μάτια και ζουν μονίμως εν εγρηγόρσει.

Ο πόνος και η θλίψη δεν αποτελούν πάντα αρνητικές καταστάσεις, αλλά έναρξη, ή πορεία προς την αγιότητα. Ο άνθρωπος θα πρέπει να γνωρίζει και να προσφέρει τις θλίψεις του στον Θεό με υπομονή, όπως έπραττε ο συγκεκριμένος τυφλός του Ευαγγελίου. Αλληγορικά, μας το διδάσκει αυτό η φύση, όσον αφορά στο κλάδεμα και στο όργωμα της γης. Στις δοκιμασίες, οι άνθρωποι βιώνουν τα λόγια αυτά στην πράξη. Διαφορετικά, δεν βρίσκει νόημα κανείς στην ζωή και δεν υποφέρονται οι δυσκολίες και στενοχώριες.

Το φυσικό κακό δεν είναι συνέπεια του ηθικού κακού, όπως πίστευαν και πιστεύουν πολλοί άνθρωποι. Ο Θεός δεν κρίνει κανέναν προσωπολατρικά, δεν συμπαθεί και αντιπαθεί με ανθρώπινες αδυναμίες και δεν τιμωρεί και χορηγεί τα καλά ανάλογα με το ποιόν του κάθε ανθρώπου. Είναι πέραν του καλού και του κακού ως ηθικές κατηγορίες, διότι είναι Άγιος. Δεν είναι επιπλέον δεσμευμένος σε άτεγκτους νόμους για να ενεργεί σαν τυραννική εξουσία. Αγαπάει μόνο. Αλλά προσφέρει θεραπεία και δια της μυστηριακής ζωής. Όμως, βιώνοντας, ή βλέποντας το κακό και δια των θαυμάτων, ή της άδολης πίστης, μπορεί ο κάθε άνθρωπος να μεταμεληθεί και να στραφεί προς το έλεος και την παρηγοριά του Θεού. Ουδέν κακόν, επομένως, αμιγές καλού.

Υπάρχουν άνθρωποι, που δεν κρατούν καμία στάση απέναντι του Χριστού, όπως οι γονείς του άλλοτε τυφλού. Στις περισσότερες όμως περιπτώσεις, οι άνθρωποι τοποθετούνται θετικά, ή αρνητικά απέναντί Του. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το θάμβος από τις επιστημονικές και τεχνολογικές ικανότητες του σύγχρονου ανθρώπου, οδήγησε κάποιους στην αίσθηση αυτοθέωσης και στην καταστρεπτική για την τελειοποίηση του ανθρώπου απόρριψη της υπάρξεως του Θεού. Η άρνηση ορισμένων εξελίσσεται σε πόλεμο κατά του Χριστιανισμού και των πιστών. Έτσι, οι πιστοί, π.χ., βίωσαν και βιώνουν διωγμούς, εξορίες και μαρτύρια.

Ο εκ γενετής τυφλός, αν και υστερούσε στην σωματική όραση, ήταν ο μόνος από όλους πού μπόρεσε να δει με τα μάτια της ψυχής του το αληθινό πρόσωπο του Ιησού, ως Μεσσία και λυτρωτή. Ο τυφλός είδε καλύτερα και σωστότερα από τους βλέποντες. Στο πρόσωπό του εκπληρώθηκε εκείνο το θαυμαστό, «μακάριοι οι μη ειδόντες και πιστεύσαντες».

Ο Χριστός παρέχει το φως το αληθινό, που φωτίζει το πνευματικό και υπαρξιακό μας αδιέξοδο. Προϋπόθεση είναι, να τον δεχθούμε ως λυτρωτή, να επιτρέψουμε στην χάρη Του να κατασκηνώσει μέσα μας και να ζούμε εν ταπεινώσει και μετάνοια την καθημερινή μας ζωή.

ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Φ.Ν.Θ., πρεσβύτερος Ηλίας Κωνσταντινίδης

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ