Γράφοντας την δεύτερη επιστολή του, προς την Εκκλησία της Κορίνθου, ο απόστολος Παύλος, σ’ ένα σημείο της, κάνει λόγο για το δημιουργικό πρόσταγμά του, υπενθυμίζοντας τον λόγο του βιβλίου της Γενέσεως «και είπεν ο Θεός γεννηθήτω φως και εγένετο φως». Το φως αυτό, είναι φανερό πως έχει να κάνει με φως που ασφαλώς δεν είναι το ηλιακό. Το φως που αναφέρει ο απόστολος Παύλος, εκπηγάζει από τις άκτιστες θείες ενέργειες, μία από αυτές είναι και το φως. Το φως του Θεού, θα σταθεί η θεμελιακή αφετηρία σύνολης της δημιουργίας του. Η πτώση του ανθρώπου έκανε παχυλούς τους οφθαλμούς του ανθρώπου, ώστε να μην μπορεί να αντιληφθεί το φως αυτό. Βλέπει μονάχα το κτιστό φως, δηλαδή το ηλιακό φως και τα φώτα που παράγονται με τεχνικά μέσα. Όμως, η αγάπη του Θεού θέλει πάντοτε να απολαύσει ο άνθρωπος την λαμπρότητα της θεϊκής δόξας.

Ο απόστολος Παύλος είδε την λάμψη του, θαμπώθηκε απ’ το φως αυτό κατά την στιγμή της κλήσεως του από τον Θεό μπροστά στην πύλη της Δαμασκού. Μπορεί, λοιπόν, από εμπειρία να πει «ο Θεός ο ειπών εκ σκότους φως λάμψαι».

Ο κάθε πιστός στο άγιο βάπτισμα και ειδικότερα κατά το μυστήριο του ιερού χρίσματος, καθίσταται χαρισματικός και μπορεί να ξαναδεί την λαμπρότητα του Θεού. Με την ένταξη του ανθρώπου στην Εκκλησία, η άκτιστη Χάρη ενυπάρχει αδιάλειπτα στον πιστό και ενεργεί με πολλούς τρόπους. Το θείο φως θα λάμπει σ’ αυτόν, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο, ανάλογα με την προσπάθεια που θα καταβάλλει. Το φως του Θεού γίνεται θεατό πνευματικά με την νοερά αίσθηση αυτό αποτελεί την στολή της ψυχής κάθε πιστού. Το φως στοιχείο των Θεοφανείων, είτε στην Παλαιά, είτε στην Καινή Διαθήκη, αποτελεί σημάδι με το οποίο κάνει εμφανή την παρουσία του ο Θεός. Το φως δεν είναι η ουσία του Θεού, αλλά η εκδήλωση της Θείας Του ενέργειας. Η ουσία του Θεού είναι άγνωστη σε οποιαδήποτε απόπειρα και αν κάνει ο ανθρώπινος νους. Ο Θεός είναι άπειρος και η ανθρώπινη νόηση έχει περιορισμένες δυνατότητες, ερευνά λογικά, όχι αυτό που είναι ο Θεός, αλλά τα αποτελέσματα των θείων ενεργειών και η σύμπασα κτίση είναι αποτέλεσμα της δημιουργικής ενέργειας του Θεού ψηλαφώντας πτυχές του σύμπαντος, αγγίζουμε εμφανέστατα τα σημάδια του Θεού στον κόσμο. Ο Θεός δεν άφησε χωρίς μαρτυρία τον εαυτό του και μέσα από την κτίση, αλλά και με την εσωτερική μαρτυρία του στην ψυχή μας, δείχνει την παρουσία του, χρειάζεται όμως η καθαρότητα της καρδιάς για να αγγίζεις τα ίχνη του. Ο Θεός δίνει το φως του, ένα φως που δεν έχει σχέση με το φυσικό φως που αναλύουμε στο φασματοσκόπιο. Το φως του Θεού είναι άλλης φύσεως, ανήκει στην πνευματική σφαίρα προσεγγίζεται με την προσευχή, ικετευτικά παρακαλώντας τον Θεό για την χορήγηση του. Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο οι άγιοι της Εκκλησίας μας ικετευτικά παρακαλούν τον Θεό «φώτισόν μου το σκότος». Καθαρίζοντας τον εαυτό μας, ανοίγεται ο δρόμος της προσεγγίσεως στο άκτιστο φως του Θεού, αυτό πετυχαίνουν όσοι αγωνίζονται με πίστη και καθαρή καρδιά.

ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Φ.Ν.Θ., ιερομόναχος Φιλόθεος Μουτσελάκης

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ