Ο ευαγγελιστής Λουκάς, μέσα από το ιερό Ευαγγέλιο του, μάς παρουσιάζει την ιστορία δύο θαυματουργών θεραπειών που έκανε ο Κύριος σε δύο γυναίκες, στην κόρη ενός από τους αρχηγούς της Συναγωγής, ονόματι Ιαείρου και σε μία γυναίκα, η οποία υπέφερε από αιμορραγία (βλ. κατά Λουκά 8, 41-56). Υπάρχουν δύο επεισόδια, στα οποία υπάρχουν δύο «επίπεδα ανάγνωσης». Το πρώτο είναι το καθαρά σωματικό. Ο Ιησούς σκύβει πάνω από τον ανθρώπινο πόνο και θεραπεύει το σώμα. Το δεύτερο είναι το πνευματικό. Ο Χριστός ήρθε να θεραπεύσει την ψυχή του ανθρώπου, να δώσει σωτηρία και ζητά πίστη σε Αυτόν. Στο πρώτο επεισόδιο, στο άκουσμα της είδησης ότι η μικρή κόρη του Ιαείρου πέθανε, ο Κύριος λέει στον πατέρα: «Μην φοβάσαι, μόνον πίστευε και η κόρη σου θα σωθεί!» (στ. 50), τον παίρνει μαζί Του εκεί που ήταν το κοριτσάκι και αναφωνεί: «Κόρη, σήκω επάνω!» (στ. 54). Και η κοπέλα σηκώνεται και αρχίζει να περπατά. Το δεύτερο επεισόδιο, αυτό της γυναίκας που υποφέρει από αιμορραγίες, υπογραμμίζει ξανά ότι ο Ιησούς ήρθε στην γη, προκειμένου να ελευθερώσει τον άνθρωπο στην ολότητά του, σώμα και ψυχή. Στην πραγματικότητα, το θαύμα γίνεται σε δύο φάσεις. Πρώτα γίνεται η σωματική θεραπεία, αλλά αυτή συνδέεται στενά με την βαθύτερη θεραπεία, εκείνη που δίνει την χάρη του Θεού σε όσους με πίστη Του ανοίγουν την καρδιά τους. Ο Ιησούς λέει στην γυναίκα: «Θάρρος κόρη μου, η πίστη σου σε έχει σώσει· πήγαινε ειρηνική»! (στ. 48).

Τα δύο περιστατικά που αναφέρονται στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, είναι μία πρόσκληση σε όλους μας, προκειμένου να ξεπεράσουμε τον τρόπο σκέψης και ζωής που πρωταγωνιστεί στην σύγχρονη κοινωνία. Ζητούμε από τον Θεό πολλές θεραπείες, από ασθένειες και προβλήματα, από συγκεκριμένες ανάγκες και δυσκολίες -και δεν είναι λάθος κάτι τέτοιο-, όμως εκείνο που πρέπει να ζητούμε επίμονα από τον Θεό, είναι μία πίστη ακόμα πιο δυνατή, ώστε να δημιουργηθεί μία σταθερή σχέση εμπιστοσύνης μαζί Του. Κι έτσι γεννάται το ερώτημα: «Πώς μπορεί ο άνθρωπος να δυναμώσει την πίστη του;». Οι Πατέρες της Εκκλησίας, μέσα από την δική τους εμπειρία, μάς υπέδειξαν ορισμένες πηγές, από τις οποίες θα μπορέσουμε να αντλήσουμε την δύναμη της πίστεως. Πρώτη πηγή είναι η προσευχή. Ο άνθρωπος προχωρά μέσα στην πίστη, όταν προσεύχεται. Για να προσευχηθεί, βέβαια, χρειάζεται πίστη. Η προσευχή είναι και μητέρα και θυγατέρα της πίστεως· η πίστη γεννά την προσευχή, αλλά και η προσευχή δυναμώνει την πίστη. Όταν κανείς δεν με ακούει πια, όταν δεν μπορώ, πλέον, να καλέσω κανέναν, όταν δεν υπάρχει καμία ελπίδα στο πρόβλημά μου -όπως ήταν η κατάσταση του Ιαείρου- ο Θεός εξακολουθεί να με ακούει και να με βοηθά.

Η προσευχή απαιτεί εμπιστοσύνη στον Θεό και προσπάθειες προσέγγισής Του, σε τέτοιο σημείο μάλιστα, που να θεωρείται μία «πάλη», «σώμα με σώμα», σαν την πάλη του Ιακώβ με τον Θεό, όπως αυτή περιγράφεται στο 32ο κεφάλαιο του βιβλίου της Γενέσεως, σαν την «πάλη» του πλήθους, αλλά και της αιμορροούσης με τον Χριστό: «Διδάσκαλε, τα πλήθη σε στενοχωρούν και σε πιέζουν ολόγυρα και συ λέγεις ποιός με άγγιξε;» (στ. 45). Η συγκεκριμένη «πάλη» δείχνει δύναμη ψυχής, υπομονή, επιμονή για την επίτευξη του επιθυμητού, ενώπιον ενός Θεού που ευλογεί, ακόμα κι αν παραμένει πάντοτε μυστηριώδης έως απρόσιτος. Αν στόχος του χριστιανού είναι να δημιουργήσει μία προσωπική σχέση με τον Θεό, να γίνει αποδέκτης της ευλογίας και της αγάπης Του, τότε η «πάλη» αυτή του ανθρώπου με τον Θεό κορυφώνεται και κερδίζεται, όταν ο χριστιανός αναγνωρίσει την δική του αδυναμία και εγκαταλείψει τον εαυτό του στα ελεήμονα χέρια του Θεού. Τότε ακριβώς είναι, που ακούει την φωνή του Θεού: «Η πίστη σου σε έσωσε!».

ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Φ. Ν. Θ., αρχιμανδρίτης Ευάγγελος Υφαντίδης

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ